Ελεύθερη – Αναρχική κοινωνία, βασική δομή.
από Θέμιδα Αδράστεια
Ανεξαρτήτως της συστηματικής προπαγάνδας που προβάλει την αναρχία ως συνώνυμο της αταξίας και υπονοεί την απουσία οργάνωσης, η κατάργηση της εξουσίας δεν είναι παρά η αρχή μίας οργανωμένης ελευθεριακής κοινωνίας. Η αναγκαιότητα, βέβαια, απουσίας κυβερνήσεως προκύπτει σαφώς απ’ την ανικανότητα αυτής να εκπροσωπήσει τους πολίτες και, όπως ορθά είχε τονιστεί στο παρελθόν από αναρχικούς, η διακυβέρνηση του λαού από εκλεγμένους εξουσιαστές θα ήταν δυνατόν αλλιώς να επονομάζεται “ολιγαρχία συναίνεσης”. Η αναρχική θεώρηση, βέβαια, δεν απορρίπτει το ενδεχόμενο ύπαρξης αντιπροσώπων και εμπειρογνωμόνων, προϋποθέτοντας ότι αναδεικνύονται μέσα από φυσικές διαδικασίες και μπορούν να ανακλήθουν ανά πάσα στιγμή. Καθίσταται προφανές ότι εξίσου ολέθρια και περιττή είναι η ύπαρξη ηγετικών μορφών που, εξ ονόματος του αναρχικού ιδεατού, ευελπιστούν στην ικανοποίηση των προσωπικών τους φιλοδοξιών, αμαυρώνοντας μία ιδεολογία την οποία “εγκληματικά” οικειοποιούνται, αναβιώνοντας ή και δημιουργώντας εκ νέου θέσεις ανισότητας.
Έναντι ενός κράτους που διεκδικεί το μονοπώλιο της εξουσίας μέσω μισθωτών υπαλλήλων, θα αναδύονταν, όπως προαναφέρθηκε, αντιπρόσωποι κι εμπειρογνώμονες, ενώ την ευθύνη για την οργάνωση θα αναλαμβανόταν από ελεύθερες ενώσεις ασχέτως μορφής (κολλεκτίβες, κομμούνες, συνδικάτα, σοβιέτ κτλ).Την παραγωγή, τις συνθήκες εργασίας, τα οικονομικά και πρακτικά ζητήματα θα αναλάμβαναν εργατικές ενώσεις, με τη δυνατότητα ύπαρξης συντονιστών, ενώ περιφερειακές ενώσεις θα αφοσιώνοντανστην ρύθμιση της κοινότητας, τα χρέη, συνεπώς, που τώρα έχουν οι δημοτικές αρχές. Αναφορικά με τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων, επιδιώκεται πλήρης ομοφωνία καθώς για τη μη επανεμφάνιση κοινωνικών ανισοτήτων κρίνεται αναγκαία η συμμετοχή του συνόλου. Να σημειωθεί ότι όταν αναφερόμαστε σε ομοφωνία επί του πρακτέου εννοούμε συνδιαμόρφωση. Το προαναφερόμενο μοντέλο τείνει να χαρακτηρίζεται ουτοπικό, παρά ταύτα η εφαρμογή του επιχειρήθηκε πολλές φορές, ενώ σε περιπτώσεις όπως στη Δανία του 1971 εφαρμόσθηκε με επιτυχία και για αρκετά χρόνια.
Αναφορικά με την ιδιοκτησία, δεν απορρίπτεται εξ ολοκλήρου, επιτρέπεται σε βαθμό τέτοιο που καθίσταται ανέφικτο να χρησιμοποιηθεί εις βάρος κάποιου.Συνεπώς απαιτείται είτε η απαγόρευση υπέρμετρης συσσώρευσης διά μέσου ενός φιλελεύθερου εμπορικού συστήματος με ελεύθερες πιστώσεις, είτε η ολική απαλλοτρίωση της δημόσιας και ιδιωτικής ιδιοκτησίας, καθώς και εκ νέου καταμερισμός βασισμένος αρχικά στις αναγκαιότητες. Ασχέτως του αν θα υπάρξει ίση διαίρεση ή κατανομή του πλούτου, εν απουσία συσσώρευσης κεφαλαίου ένα ταξικό σύστημα βασισμένο στην ιδιοκτησία δεν θα μπορούσε να επιβιώσει. Σε κάθε περίπτωση, η εξασφάλιση του βιοπορισμού σε μία αναρχική κοινωνία είναι πρώτιστης σημασίας και αφότου αυτή επιτευχθεί πλήρως, δύναται να δοθεί το δικαίωμα σε “πολυτέλειες”, προϋποθέτοντας την ίση και συνολική πρόσβαση σε αυτές. Στα πρώιμα χρόνια έπειτα της επανάστασης, παρά ταύτα, δεν είναι παρά αυτονόητο ότι κατά την περίοδο της κοινωνικής αναδιαμόρφωσης θα παρουσιαστεί μια κάποια οικονομική αστάθεια. Δεδομένου αυτού και του γεγονότος ότι μια ελευθεριακή κοινωνία είναι εξ ορισμού πλουραλιστική, οι πιθανότητες εμφάνισης ατομικοτήτων και σε δεύτερη φάση συσπειρώσεων που, εκμεταλλευόμενες τις συνθήκες, θα προσπαθούσαν να επαναφέρουν στοιχεία προηγούμενων συστημάτων, είναι αναπόφευκτο. Εάν μια κοινωνία επιθυμεί να αποκαλείται αναρχική, δεν μπορεί παρά να ανεχτεί ακόμα και τις προαναφερθείσες μειονότητες εφόσον αυτές δεν καταφεύγουν σε εξαναγκαστικά μέσα. Στο σημείο αυτό τίθεται το ερώτημα πώς μια κοινωνία δίχως δικαστικά όργανα μπορεί να είναι λειτουργική, χωρίς να καταφεύγει σε βάναυσες πρακτικές αυτοδικίας, εξασφαλίζοντας την ομαλή και ασφαλή διαβίωση των πολιτών της.
Παρατηρώντας τα δικαστικά συστήματα στη διάρκεια του χρόνου, γίνεται προφανές ότι κύριο μέλημά τους είναι η διασφάλιση των συμφερόντων της άρχουσας τάξης, αλλά και η ήπια μεταχείριση όσων δεν εναντιώνονται σε αυτήν. Επίκαιρα παραδείγματα η ευνοϊκή αντιμετώπιση ευρέως γνωστών βιαστών- δολοφόνων, καταδικασθέντων σε πρώτο βαθμό με ποινές που δεν συνάδουν με τις πρόωρες αποφυλακίσεις τους. Φαινομενικά υπήρξε μια υποτυπώδης απονομή δικαίου με μοναδικό σκοπό τον κατευνασμό των αντιδράσεων και ως συνέπεια την εμπιστοσύνη των πολιτών στους κρατικούς μηχανισμούς, καθώς και την αιτιολόγηση ύπαρξης δικαστικών- κατασταλτικών αρχών. Ουσιαστικά, η μαχρόχρονη φυλάκιση πολιτικών κρατουμένων κάνει εμφανές το “είναι” του δικαστικού συστήματος και το αποστασιοποιεί από την έννοια του δικαίου. Είναι προφανές, λοιπόν, ότι σκοπός δεν είναι η μείωση της εγκληματικότητας. Μία αναρχική, συνεπώς, κοινωνία δεν θα υστερούσε από την ανυπαρξία τέτοιων δομών, αφού το έγκλημα δεν αποτρέπεται εξαιτίας τους, ενώ θα μπορούσε να αποτραπεί διά μέσου της εκπαίδευσης και, εμμέσως, ενός υποστηρικτικού συστήματος υγείας και εάν αυτά δεν επαρκούν, ως τελευταίο στάδιο θα μπορούσε να συζητηθεί η απομάκρυνση από την κοινωνία.
Καταληκτικά, για τη δημιουργία μιας ελευθεριακής κοινωνίας υπό την απουσία εξαναγκαστικών κυβερνήσεων και εξουσιαστών, είναι αυτονόητη η αναγκαιότητα σοβαρής, ευρείας και συγκροτημένης αυτοοργάνωσης.