από Μαύρη Πέτρα
Σήμερα υπήρξαν δύο παρεμβάσεις στο ραδιοσταθμό “στο κόκκινο”, από μια κυρία και έναν κύριο, μέλης της συνέλευσης “όχι μετρό στην πλατεία Εξαρχείων”. Και οι δύο εξηγούν γιατί ένας κόσμος που αυτοπροσδιορίζεται ως αναρχικός δεν πατάει πια το πόδι του στην περιοχή, ενώ οι πορείες που έχουν γίνει είναι άνευρες και με μικρή συμμετοχή.
Στην πρώτη παρέμβαση, στην εκπομπή της γνωστής σταλινικής Ε. Λουπάκη, στην παρατήρηση της δημοσιογράφου ότι είναι “κανονικοί άνθρωποι” και όχι κουκουλοφόροι που αντιδρούν για το μετρό στα εξάρχεια, η συνομιλήτρια δεν είπε λέξη. Μίλησε για πλήθος συλλογικοτήτων που αντιδρούν (συνέλευση για το λόφο του Στρέφη, συνέλευση “όχι μετρό στην πλατεία Εξαρχείων”, συνέλευση φοιτητών (;) του Πολυτεχνείου, καθώς και του συντονιστικού δράσης για την υπεράσπιση των Εξαρχείων) και “ενημέρωσε” για την σημερινή πορεία. Λέξη δεν είπε επίσης στο άκουσμα του ονόματος Μπελαβίλα, που ήταν υπεύθυνος μαζί με τον κ. Φλαμπουρούρη στην “Ανάπλαση Α.Ε” του σύριζα, και του οποίου το τελικό σχέδιο, καθώς και του κόμματος, ήταν να μεταφερθεί ο σταθμός του μετρό στην Τοσίτσα, με εξόδους στη γωνία Στουρνάρη και Σπύρου Τρικούπη ή κάποιας άλλης κάθετης οδού. Όσον αφορά το Πολυτεχνείο, το σχέδιό τους, το οποίο επαναλαμβάνουν και ως αντιπολίτευση, συγκεκριμένα ο κ. Φίλης του τομέα παιδείας, είναι να μετατρέψουν το κτίριο Γκίνη σε μουσείο.
Στη δεύτερη παρέμβαση, στον ίδιο σταθμό, στην εκπομπή της κ. Ζουμή, και πάλι από τη συνέλευση “όχι μετρό στην πλατεία εξαρχείων”, ένας κύριος, πατέρας δύο παιδιών, διαβεβαίωσε τη δημοσιογράφο ότι δεν αντιδρούν τίποτα “περίεργοι αναρχικοί” και μας ενημέρωσε ότι η δική του συλλογικότητα ενδιαφέρεται μόνο για την πλατεία, ενώ θα ήταν πρόθυμος να συμμετάσχει σε διαβούλευση για το θέμα με την αττικό μετρό, τους εργολάβους ή το δήμο, καθώς “δεν κάνει πολιτική με την στενή έννοια του όρου”.
Ε λοιπόν, ας μάθουν η κυρία και ο κύριος ότι οι “περίεργοι και περίεργες αναρχικοί και αναρχικές” είναι ο κόσμος που θα αποτρέψει, αν τα καταφέρει, τα σχέδια της εξουσίας για τα εξάρχεια, και όχι οι κυρίες/κύριοι οικογενειάρχες που λειτουργούν είτε συνειδητά είτε όχι ως λαγοί για την υλοποίηση του σχεδίου”απολύμανσης” της ιστορίας του Πολυτεχνείου, το οποίο, παρεπιμπτόντως, από την εξέγερση ενάντια στη χούντα το 1973 μέχρι πρότινος, ήταν χώρος συνελεύσεων και δράσεων ακριβώς αυτών των “περίεργων” και όχι εκείνων που ενδιαφέρονται μόνο να παίζουν τα παιδάκια τους στο “πράσινο”. Εξάλλου, δεν έκανε ποτέ κάποιος ή κάποια την επιλογή να κατοικήσει ή να δραστηριοποιηθεί στα εξάρχεια για να απολαμβάνει την πλούσια βλάστηση και να ζει όμορφα και ωραία με τα βλαστάρια του.
Οι δε λεγόμενοι “κάτοικοι” των Εξαρχείων, τα δύο χρόνια του εγκλεισμού λόγω κόβιντ, ήταν στη συντριπτική πλειονότητά τους άφαντοι, και οι δρόμοι της γειτονιάς εντελώς άδειοι, σε αντίθεση με άλλες περιοχές, όπου κάποιος κόσμος κυκλοφορούσε. Μόνο προς το τέλος της λήξης του εγκλεισμού, εμφανίστηκαν κάποιοι νέοι άνθρωποι, οι οποίοι κυρίως έπιναν μπύρες και διασκέδαζαν, βλέποντας τους μπάτσους να περνούν και να περνούν. Τα δύο αυτά χρόνια όμως, ήταν που μεταλλάχθηκαν πλήρως, όχι τυχαία, τα Εξάρχεια και η περιοχή πλημμύρισε από boutique hotels, διαμερίσματα airbnb, καφέ, εστιατόρια, “καλλιτεχνικά” εργαστήρια και αρχιτεκτονικά γραφεία να χτίζονται μέρα-νύχτα, ενώ οι εξώσεις και οι αγοραπωλησίες πολλαπλασιάστηκαν στο μέγιστο βαθμό, με μηδενική αντίσταση.
Αποτέλεσμα: μια γειτονιά αβίωτη, ένα δεύτερο Μοναστηράκι, με πεζοδρόμια γεμάτα με τραπεζοκαθίσματα (αλήθεια, αυτά δεν ενοχλούν τους έχοντες παιδάκια;), τουρίστες που μετά την Ακρόπολη περνούν στο επόμενο αξιοθέατο, δρόμους γεμάτους μπάτσους όλων των ειδών και μια ανθρωπογεωγραφία που καμία σχέση δεν έχει με την “ιστορία” των Εξαρχείων. Και βέβαια, δεν ήταν οι κομμουνιστές, οι συριζαίοι ή οι φιλήσυχοι οικογενειάρχες που ενοχλούσαν ή ενοχλούν όλες τις εξουσίες από τη μεταπολίτευση και μετά. Είναι οι κουκουλοφόροι, οι αμφισβητίες της εξουσίας, της τάξης και της ησυχίας νεκροταφείου.
Μία από τις μαύρες πέτρες για ρίψη προς τα εμπρός και όχι πίσω