Σημερινό άρθρο του βουλευτή Δράμας και τομεάρχη Δικαιοσύνης της ΚΟ ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Θεόφιλου Ξανθόπουλου, στην εφημερίδα τα ΝΕΑ
Η χώρα βρίσκεται σε νέα πολιτική πραγματικότητα. Οι υποκλοπές και η διαφαινόμενη εξεταστική αποτελούν νέες και καθοριστικές παραμέτρους της πολιτικής αντιπαράθεσης. Το θέμα των υποκλοπών, είτε αφορούν στον Δημοσιογράφο Θ. Κουκάκη είτε στον πολιτικό αρχηγό Ν. Ανδρουλάκη αποτελεί σημείο χωρίς επιστροφή για την Κυβέρνηση αλλά και για τον Κ. Μητσοτάκη προσωπικά.
Έχοντας αδιαμφισβήτητη μιντιακή υπεροπλία ο Πρωθυπουργός προσπαθεί να διαχειριστεί τα μείζονα ζητήματα της Χώρας, όπως αυτό της Πανδημίας, της Ακρίβειας αλλά και τα Εθνικά μας Θέματα, με κύριο επιχείρημα ότι είναι εξωγενούς αιτίας και, επομένως, ελάχιστα ευθύνεται ο ίδιος και η Κυβέρνησή του. Το ζήτημα όμως της παρακολούθησης δημοσιογράφου και πολιτικού είναι αμιγώς ενδογενές και επομένως το παραπάνω επιχείρημα δεν ισχύει.
Οι υποκλοπές έχουν την ευθύνη του Πρωθυπουργού. Διότι οργανωμένα βάσει σχεδίου φρόντισε να καταστήσει την ΕΥΠ πρωθυπουργικό φέουδο και ως φεουδάρχης φέρει την απόλυτη ευθύνη. Αρχικά με απόφαση της Κυβέρνησης τις πρώτες μέρες μετά τις εκλογές η ΕΥΠ, στα πλαίσια του λεγόμενου επιτελικού Κράτους, υπήχθη προσωπικά στον Πρωθυπουργό. Λίγο αργότερα, η Κυβέρνηση άλλαξε τις προϋποθέσεις για τον επικεφαλής της ΕΥΠ, έτσι ώστε ο Πρωθυπουργός να διορίσει τον εκλεκτό του, ακόμη και εάν υπολείπετο σε τυπικά προσόντα. Έτσι βρέθηκε ο κ. Κοντολέων στη νευραλγική θέση του επικεφαλής και μάλιστα με Νόμο που ψηφίσθηκε για χάρη του. Τέλος, όταν ο δημοσιογράφος Θ. Κουκάκης υποπτεύθηκε παρακολούθηση του κινητού του και απευθύνθηκε στη αρμόδια Αρχή, την Αρχή Διασφάλισης Απορρήτου Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ), η Κυβέρνηση έφερε τροπολογία με την οποία δεν επέτρεπε στην Αρχή να ενημερώσει τον Πολίτη. Μάλιστα της προσέδωσε αναδρομική ισχύ, ώστε να καλύψει και την υπόθεση Κουκάκη. Σημειωτέον ότι ο ίδιος ο Πρόεδρος της ΑΔΑΕ καθηγητής κ. Ράμμος, δημοσίευσε στη συνέχεια άρθρο στο οποίο κατακεραύνωνε την ρύθμιση ως εξόχως αντισυνταγματική.
Η διερεύνηση της υπόθεσης αυτής, η οποία βάλλει κατά του Κράτους Δικαίου και κατά των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων, εκτός από την Δικαιοσύνη, η οποία επιλήφθηκε ήδη μετά την κατάθεση μηνυτήριας αναφοράς του Ν. Ανδρουλάκη, ως αμιγώς πολιτικό θέμα αφορά και το Ελληνικό Κοινοβούλιο. Η σύσταση εξεταστικής επιτροπής είναι προ των Πυλών. Το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ έχει ήδη δεσμευθεί γι’ αυτό. Και βεβαίως ο ΣΥΡΙΖΑ Π.Σ. θα το στηρίξει. Αναμένεται να υπάρξει η αναγκαία πλειοψηφία των 120 βουλευτών. Και παρά τα αντιθέτως λεγόμενα κάθε εξεταστική επιτροπή παράγει πολιτικά αποτελέσματα. Και δεν εννοώ το Πόρισμα. Διότι είναι σύνηθες το κάθε Κόμμα καταλήγει στο δικό του πόρισμα.
Εννοώ ότι τίθεται στη δημόσια συζήτηση το περιεχόμενο της Εξεταστικής, πληροφορούνται οι Πολίτες (κι αυτό είναι πολύ κρίσιμο, ειδικά στην εποχή μας, όπου υπάρχει μονοφωνία υπέρ της Κυβέρνησης), δημιουργούνται πολιτικές συμμαχίες εξ αφορμής της σύστασης αλλά και κατά τη διάρκεια της λειτουργίας της Επιτροπής και κάθε πολιτικός σχηματισμός κρίνεται από τις πράξεις και τις παραλείψεις του. Η εξεταστική που προτείναμε ως ΣΥΡΙΖΑ Π.Σ. για τη λίστα Πέτσα π.χ., ανεξάρτητα από τα διαφορετικά πορίσματα, έδειξε την δυσανεξία της ΝΔ στην κριτική και το κυβερνητικό κόμμα χρεώθηκε την άρνησή του να κληθεί ως μάρτυρας στην Επιτροπή ο ίδιος ο κ. Πέτσας. Συνεδρίαζε δηλ. η εξεταστική επιτροπή με αντικείμενο τη λίστα Πέτσα χωρίς να κληθεί ο κ. Πέτσας…..
Ήδη η αγωνία της ΝΔ ενισχύεται από το γεγονός ότι υπάρχει σύγκλιση μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ Π.Σ. & ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ. Και «νουθετούν» τον Ν. Ανδρουλάκη για το ενδεχόμενο συνεργασίας, έστω και στην Εξεταστική Επιτροπή. Επίσης, η πρόταση για σύσταση Εξεταστικής ουσιαστικά θέτει τέλος στα σενάρια συνεργασίας μεταξύ ΝΔ & ΠΑΣΟΚ. Κι αυτό είναι που ανησυχεί ουσιαστικά τις συντηρητικές δυνάμεις της Χώρας. Ότι ανοίγει, έστω και διά της τεθλασμένης, η συζήτηση για προοδευτική διακυβέρνηση με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ Π.Σ. Σήμερα όμως, αυτό που προέχει, είναι η σύσταση της Επιτροπής και η ανάδειξη της πολιτικής ευθύνης του Κ. Μητσοτάκη. Γιατί η λειτουργία του Κράτους Δικαίου μάς αφορά. Και σαν Κόμμα της Αριστεράς αλλά και σαν Πολίτες. Και αυτήν την ευθύνη θα την αναλάβουμε πλήρως.
Θ. Ξανθόπουλος: Bάσει οργανωμένου σχεδίου και με ευθύνη του πρωθυπουργού οι υποκλοπές
Σημερινό άρθρο του βουλευτή Δράμας και τομεάρχη Δικαιοσύνης της ΚΟ ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Θεόφιλου Ξανθόπουλου, στην εφημερίδα τα ΝΕΑ
Η χώρα βρίσκεται σε νέα πολιτική πραγματικότητα. Οι υποκλοπές και η διαφαινόμενη εξεταστική αποτελούν νέες και καθοριστικές παραμέτρους της πολιτικής αντιπαράθεσης. Το θέμα των υποκλοπών, είτε αφορούν στον Δημοσιογράφο Θ. Κουκάκη είτε στον πολιτικό αρχηγό Ν. Ανδρουλάκη αποτελεί σημείο χωρίς επιστροφή για την Κυβέρνηση αλλά και για τον Κ. Μητσοτάκη προσωπικά.
Έχοντας αδιαμφισβήτητη μιντιακή υπεροπλία ο Πρωθυπουργός προσπαθεί να διαχειριστεί τα μείζονα ζητήματα της Χώρας, όπως αυτό της Πανδημίας, της Ακρίβειας αλλά και τα Εθνικά μας Θέματα, με κύριο επιχείρημα ότι είναι εξωγενούς αιτίας και, επομένως, ελάχιστα ευθύνεται ο ίδιος και η Κυβέρνησή του. Το ζήτημα όμως της παρακολούθησης δημοσιογράφου και πολιτικού είναι αμιγώς ενδογενές και επομένως το παραπάνω επιχείρημα δεν ισχύει.
Οι υποκλοπές έχουν την ευθύνη του Πρωθυπουργού. Διότι οργανωμένα βάσει σχεδίου φρόντισε να καταστήσει την ΕΥΠ πρωθυπουργικό φέουδο και ως φεουδάρχης φέρει την απόλυτη ευθύνη. Αρχικά με απόφαση της Κυβέρνησης τις πρώτες μέρες μετά τις εκλογές η ΕΥΠ, στα πλαίσια του λεγόμενου επιτελικού Κράτους, υπήχθη προσωπικά στον Πρωθυπουργό. Λίγο αργότερα, η Κυβέρνηση άλλαξε τις προϋποθέσεις για τον επικεφαλής της ΕΥΠ, έτσι ώστε ο Πρωθυπουργός να διορίσει τον εκλεκτό του, ακόμη και εάν υπολείπετο σε τυπικά προσόντα. Έτσι βρέθηκε ο κ. Κοντολέων στη νευραλγική θέση του επικεφαλής και μάλιστα με Νόμο που ψηφίσθηκε για χάρη του. Τέλος, όταν ο δημοσιογράφος Θ. Κουκάκης υποπτεύθηκε παρακολούθηση του κινητού του και απευθύνθηκε στη αρμόδια Αρχή, την Αρχή Διασφάλισης Απορρήτου Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ), η Κυβέρνηση έφερε τροπολογία με την οποία δεν επέτρεπε στην Αρχή να ενημερώσει τον Πολίτη. Μάλιστα της προσέδωσε αναδρομική ισχύ, ώστε να καλύψει και την υπόθεση Κουκάκη. Σημειωτέον ότι ο ίδιος ο Πρόεδρος της ΑΔΑΕ καθηγητής κ. Ράμμος, δημοσίευσε στη συνέχεια άρθρο στο οποίο κατακεραύνωνε την ρύθμιση ως εξόχως αντισυνταγματική.
Η διερεύνηση της υπόθεσης αυτής, η οποία βάλλει κατά του Κράτους Δικαίου και κατά των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων, εκτός από την Δικαιοσύνη, η οποία επιλήφθηκε ήδη μετά την κατάθεση μηνυτήριας αναφοράς του Ν. Ανδρουλάκη, ως αμιγώς πολιτικό θέμα αφορά και το Ελληνικό Κοινοβούλιο. Η σύσταση εξεταστικής επιτροπής είναι προ των Πυλών. Το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ έχει ήδη δεσμευθεί γι’ αυτό. Και βεβαίως ο ΣΥΡΙΖΑ Π.Σ. θα το στηρίξει. Αναμένεται να υπάρξει η αναγκαία πλειοψηφία των 120 βουλευτών. Και παρά τα αντιθέτως λεγόμενα κάθε εξεταστική επιτροπή παράγει πολιτικά αποτελέσματα. Και δεν εννοώ το Πόρισμα. Διότι είναι σύνηθες το κάθε Κόμμα καταλήγει στο δικό του πόρισμα.
Εννοώ ότι τίθεται στη δημόσια συζήτηση το περιεχόμενο της Εξεταστικής, πληροφορούνται οι Πολίτες (κι αυτό είναι πολύ κρίσιμο, ειδικά στην εποχή μας, όπου υπάρχει μονοφωνία υπέρ της Κυβέρνησης), δημιουργούνται πολιτικές συμμαχίες εξ αφορμής της σύστασης αλλά και κατά τη διάρκεια της λειτουργίας της Επιτροπής και κάθε πολιτικός σχηματισμός κρίνεται από τις πράξεις και τις παραλείψεις του. Η εξεταστική που προτείναμε ως ΣΥΡΙΖΑ Π.Σ. για τη λίστα Πέτσα π.χ., ανεξάρτητα από τα διαφορετικά πορίσματα, έδειξε την δυσανεξία της ΝΔ στην κριτική και το κυβερνητικό κόμμα χρεώθηκε την άρνησή του να κληθεί ως μάρτυρας στην Επιτροπή ο ίδιος ο κ. Πέτσας. Συνεδρίαζε δηλ. η εξεταστική επιτροπή με αντικείμενο τη λίστα Πέτσα χωρίς να κληθεί ο κ. Πέτσας…..
Ήδη η αγωνία της ΝΔ ενισχύεται από το γεγονός ότι υπάρχει σύγκλιση μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ Π.Σ. & ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ. Και «νουθετούν» τον Ν. Ανδρουλάκη για το ενδεχόμενο συνεργασίας, έστω και στην Εξεταστική Επιτροπή. Επίσης, η πρόταση για σύσταση Εξεταστικής ουσιαστικά θέτει τέλος στα σενάρια συνεργασίας μεταξύ ΝΔ & ΠΑΣΟΚ. Κι αυτό είναι που ανησυχεί ουσιαστικά τις συντηρητικές δυνάμεις της Χώρας. Ότι ανοίγει, έστω και διά της τεθλασμένης, η συζήτηση για προοδευτική διακυβέρνηση με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ Π.Σ. Σήμερα όμως, αυτό που προέχει, είναι η σύσταση της Επιτροπής και η ανάδειξη της πολιτικής ευθύνης του Κ. Μητσοτάκη. Γιατί η λειτουργία του Κράτους Δικαίου μάς αφορά. Και σαν Κόμμα της Αριστεράς αλλά και σαν Πολίτες. Και αυτήν την ευθύνη θα την αναλάβουμε πλήρως.
Σημερινό άρθρο του βουλευτή Δράμας και τομεάρχη Δικαιοσύνης της ΚΟ ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Θεόφιλου Ξανθόπουλου, στην εφημερίδα τα ΝΕΑ
Η χώρα βρίσκεται σε νέα πολιτική πραγματικότητα. Οι υποκλοπές και η διαφαινόμενη εξεταστική αποτελούν νέες και καθοριστικές παραμέτρους της πολιτικής αντιπαράθεσης. Το θέμα των υποκλοπών, είτε αφορούν στον Δημοσιογράφο Θ. Κουκάκη είτε στον πολιτικό αρχηγό Ν. Ανδρουλάκη αποτελεί σημείο χωρίς επιστροφή για την Κυβέρνηση αλλά και για τον Κ. Μητσοτάκη προσωπικά.
Έχοντας αδιαμφισβήτητη μιντιακή υπεροπλία ο Πρωθυπουργός προσπαθεί να διαχειριστεί τα μείζονα ζητήματα της Χώρας, όπως αυτό της Πανδημίας, της Ακρίβειας αλλά και τα Εθνικά μας Θέματα, με κύριο επιχείρημα ότι είναι εξωγενούς αιτίας και, επομένως, ελάχιστα ευθύνεται ο ίδιος και η Κυβέρνησή του. Το ζήτημα όμως της παρακολούθησης δημοσιογράφου και πολιτικού είναι αμιγώς ενδογενές και επομένως το παραπάνω επιχείρημα δεν ισχύει.
Οι υποκλοπές έχουν την ευθύνη του Πρωθυπουργού. Διότι οργανωμένα βάσει σχεδίου φρόντισε να καταστήσει την ΕΥΠ πρωθυπουργικό φέουδο και ως φεουδάρχης φέρει την απόλυτη ευθύνη. Αρχικά με απόφαση της Κυβέρνησης τις πρώτες μέρες μετά τις εκλογές η ΕΥΠ, στα πλαίσια του λεγόμενου επιτελικού Κράτους, υπήχθη προσωπικά στον Πρωθυπουργό. Λίγο αργότερα, η Κυβέρνηση άλλαξε τις προϋποθέσεις για τον επικεφαλής της ΕΥΠ, έτσι ώστε ο Πρωθυπουργός να διορίσει τον εκλεκτό του, ακόμη και εάν υπολείπετο σε τυπικά προσόντα. Έτσι βρέθηκε ο κ. Κοντολέων στη νευραλγική θέση του επικεφαλής και μάλιστα με Νόμο που ψηφίσθηκε για χάρη του. Τέλος, όταν ο δημοσιογράφος Θ. Κουκάκης υποπτεύθηκε παρακολούθηση του κινητού του και απευθύνθηκε στη αρμόδια Αρχή, την Αρχή Διασφάλισης Απορρήτου Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ), η Κυβέρνηση έφερε τροπολογία με την οποία δεν επέτρεπε στην Αρχή να ενημερώσει τον Πολίτη. Μάλιστα της προσέδωσε αναδρομική ισχύ, ώστε να καλύψει και την υπόθεση Κουκάκη. Σημειωτέον ότι ο ίδιος ο Πρόεδρος της ΑΔΑΕ καθηγητής κ. Ράμμος, δημοσίευσε στη συνέχεια άρθρο στο οποίο κατακεραύνωνε την ρύθμιση ως εξόχως αντισυνταγματική.
Η διερεύνηση της υπόθεσης αυτής, η οποία βάλλει κατά του Κράτους Δικαίου και κατά των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων, εκτός από την Δικαιοσύνη, η οποία επιλήφθηκε ήδη μετά την κατάθεση μηνυτήριας αναφοράς του Ν. Ανδρουλάκη, ως αμιγώς πολιτικό θέμα αφορά και το Ελληνικό Κοινοβούλιο. Η σύσταση εξεταστικής επιτροπής είναι προ των Πυλών. Το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ έχει ήδη δεσμευθεί γι’ αυτό. Και βεβαίως ο ΣΥΡΙΖΑ Π.Σ. θα το στηρίξει. Αναμένεται να υπάρξει η αναγκαία πλειοψηφία των 120 βουλευτών. Και παρά τα αντιθέτως λεγόμενα κάθε εξεταστική επιτροπή παράγει πολιτικά αποτελέσματα. Και δεν εννοώ το Πόρισμα. Διότι είναι σύνηθες το κάθε Κόμμα καταλήγει στο δικό του πόρισμα.
Εννοώ ότι τίθεται στη δημόσια συζήτηση το περιεχόμενο της Εξεταστικής, πληροφορούνται οι Πολίτες (κι αυτό είναι πολύ κρίσιμο, ειδικά στην εποχή μας, όπου υπάρχει μονοφωνία υπέρ της Κυβέρνησης), δημιουργούνται πολιτικές συμμαχίες εξ αφορμής της σύστασης αλλά και κατά τη διάρκεια της λειτουργίας της Επιτροπής και κάθε πολιτικός σχηματισμός κρίνεται από τις πράξεις και τις παραλείψεις του. Η εξεταστική που προτείναμε ως ΣΥΡΙΖΑ Π.Σ. για τη λίστα Πέτσα π.χ., ανεξάρτητα από τα διαφορετικά πορίσματα, έδειξε την δυσανεξία της ΝΔ στην κριτική και το κυβερνητικό κόμμα χρεώθηκε την άρνησή του να κληθεί ως μάρτυρας στην Επιτροπή ο ίδιος ο κ. Πέτσας. Συνεδρίαζε δηλ. η εξεταστική επιτροπή με αντικείμενο τη λίστα Πέτσα χωρίς να κληθεί ο κ. Πέτσας…..
Ήδη η αγωνία της ΝΔ ενισχύεται από το γεγονός ότι υπάρχει σύγκλιση μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ Π.Σ. & ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ. Και «νουθετούν» τον Ν. Ανδρουλάκη για το ενδεχόμενο συνεργασίας, έστω και στην Εξεταστική Επιτροπή. Επίσης, η πρόταση για σύσταση Εξεταστικής ουσιαστικά θέτει τέλος στα σενάρια συνεργασίας μεταξύ ΝΔ & ΠΑΣΟΚ. Κι αυτό είναι που ανησυχεί ουσιαστικά τις συντηρητικές δυνάμεις της Χώρας. Ότι ανοίγει, έστω και διά της τεθλασμένης, η συζήτηση για προοδευτική διακυβέρνηση με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ Π.Σ. Σήμερα όμως, αυτό που προέχει, είναι η σύσταση της Επιτροπής και η ανάδειξη της πολιτικής ευθύνης του Κ. Μητσοτάκη. Γιατί η λειτουργία του Κράτους Δικαίου μάς αφορά. Και σαν Κόμμα της Αριστεράς αλλά και σαν Πολίτες. Και αυτήν την ευθύνη θα την αναλάβουμε πλήρως.