ΑΠΟ ΤΟ “ΣΟΚ” ΣΤΗΝ ΑΝΥΠΑΚΟΗ
από ΚΕΔ – AVANTGARDE
Ο δρόμος είναι μόνο ένας. Να οργανώσουμε πολιτική ανυπακοή και ταξική άμυνα στη δεξιά, το παρακράτος, τους μαφιόζους και τους αυλικούς τους.
Οι 20+ μονάδες διαφοράς της νέας Δημοκρατίας από τον ΣΥΡΙΖΑ έκανε το αίμα πολλών ανθρώπων να παγώσει την Κυριακή το απόγευμα. Ήταν μια πανωλεθρία. Βεβαίως, μπορεί εκτός από τη Νέα Δημοκρατία και τα αφεντικά της, τους πραγματικούς ιδιοκτήτες αυτού του τόπου, να πανηγυρίζουν και διάφοροι εξ αριστερών, επικεντρώνοντας στη δική τους εκλογική άνοδο, όσο και θετικό κι αν είναι να παρουσιάζει εκλογική άνοδο ένα κομμάτι της αριστεράς που μιλάει στο όνομα της επανάστασης. Ας είναι. Θα ασχοληθούμε αργότερα με αυτό. Προς το παρόν, ο σχεδόν εξ ολοκλήρου μπλε χάρτης μιλάει από μόνος του. Ούτε μικρά κάστρα ούτε μικρές νησίδες διακρίνονται, ούτε καν με μεγεθυντικό φακό. Αυτό είναι κάτι που φρόντισαν από την πρώτη κιόλας στιγμή της δημοσιοποίησης των αποτελεσμάτων οι δημοσιογράφοι -υπάλληλοι των αφεντικών αυτού του τόπου- να μας υπενθυμίζουν. Δεν μπορούσαν να κρύψουν τη χαρά τους.
Η συμμετοχή στην εκλογική διαδικασία αυξήθηκε κατά περίπου 250.000. Χοντρικά, η αποχή δεν ξεπερνάει το 20%. Και αυτό, γιατί το πραγματικά ενεργό εκλογικό σώμα δεν είναι περισσότερο από περίπου 7,5 εκατομμύρια (αφαιρώντας περίπου 500.000 κατοίκους του εξωτερικού από τα 8 εκατομμύρια που αποτελούν περίπου το σύνολο του ενεργού εκλογικού σώματος). Αυτό, κατευθείαν, με μαθηματικούς όρους τελειώνει τη συζήτηση για κάποιο δήθεν πολιτικό προϊόν της αποχής. Άλλωστε, όσο μεγάλη και αν είναι η αποχή από μία εκλογική διαδικασία, συνήθως αποτελεί ένα ανομοιογενές μείγμα από διάφορες ετερόκλητες πολιτικές και κοινωνικές συνιστώσες παρά ένα συμπαγές πολιτικό και κοινωνικό σώμα. Οτιδήποτε διαφορετικό σε σχέση με την αποχή, όπου ο καθένας της προσδίδει φανταστικά πολιτικά χαρακτηριστικά, είναι μόνο αυθαίρετες εικασίες, δεν είναι πραγματικά άξιο πολιτικής συζήτησης. Μπορεί κι αυτό με τη σειρά του να προστεθεί στις δεκάδες φαντασιώσεις της αριστεράς, της αναρχίας και ούτω καθεξής.
Ας συνεχίσουμε. Αν κοιτάξουμε το σύνολο της δεξιάς πολυκατοικίας, υπολογίζοντας πέραν της ΝΔ, όλες της ακροδεξιές γκρούπες αλλά και τους φασίστες της Χρυσής Αυγής, θα δούμε πως τον Μάιο του 2023 συγκεντρώνουν ένα ποσοστό κοντά στο 52,11%, δηλαδή περίπου 3.070.952 ανθρώπους. Σε σχέση με τον Ιούλιο του 2019 που ήταν και οι τελευταίες εκλογές, υπάρχει μία αύξηση σε απόλυτο αριθμό 388.714 ανθρώπων ή αλλιώς κατά 4,64%.
Αν τώρα κοιτάξουμε προς την αριστερή πολυκατοικία με την ευρύτερη έννοια (σοσιαλδημοκρατία, ρεφορμισμός και κατά δήλωση επαναστατική αριστερά) , συνυπολογίζοντας και τον ΣΥΡΙΖΑ, φαίνεται πως στις τωρινές εκλογές παίρνει ένα συνολικό 35, 48%, δηλαδή περίπου 2.089.713 ανθρώπους. Που σημαίνει ότι, στο σύνολό της, η αριστερά έχει χάσει περίπου 350.000 ψήφους συγκριτικά με τις εκλογές του 2019. Δηλαδή περίπου 7,7 % χαμηλότερα. Και πιο συγκεκριμένα, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει χάσει περίπου 600.000 ψήφους, ενώ το ΜέΡΑ25-ΛΑΕ έχει χάσει περίπου 56.000. Αύξηση παρουσίασε το ΚΚΕ, προσθέτοντας 126.174 νέες ψήφους σε σχέση με το 2019. Επίσης, μικρότερη αύξηση παρουσίασαν και διάφορα άλλα ψηφοδέλτια, όπως η ΑΝΤ.ΑΡ.ΣΥ.Α (+8.404), το ΚΚΕ (μ-λ) (+5.013), το Μ-Λ ΚΚΕ (+1.216), η ΟΚΔΕ (+372), η ΠΛΕΥΣΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ (+87.261) κ.ά.
Τι συνέβη;
Αν και φαινόταν πιθανότερη η νίκη της ΝΔ, ελάχιστοι θα μπορούσαν να φανταστούν αυτήν την τεράστια εκλογική διαφορά με τον ΣΥΡΙΖΑ να φτάνει στη δεύτερη θέση καταϊδρωμένος. Ο ΣΥΡΙΖΑ είχε διαρροές τόσο προς το ΠΑ.ΣΟ.Κ. και τη ΝΔ (αλλά και την Ελληνική Λύση πολύ λιγότερο) όσο και προς τα αριστερά του, δηλαδή προς το ΚΚΕ και το ΜέΡΑ25-ΛΑΕ. Η ΝΔ κέρδισε ψηφοφόρους τόσο από τον ΣΥΡΙΖΑ, όσο και από το ΠΑΣΟΚ και την ακροδεξιά (τους ψηφοφόρους του Κασιδιάρη κυρίως τους απορρόφησε η Ελληνική Λύση του Βελόπουλου). Ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως φαίνεται, με μικρή διαφορά κυριαρχεί στους ιδιωτικούς υπαλλήλους και τους φοιτητές, δύο κατηγορίες του πληθυσμού που έχουν βιώσει άμεσα τον τραμπουκισμό της εργοδοσίας και την ωμή βία των ένστολων φρουρών του κράτους. Στις περισσότερες άλλες κατηγορίες του πληθυσμού, κερδίζει η ΝΔ, συμπεριλαμβανομένων και των λαϊκών γειτονιών. Ακόμα και το μεγαλύτερο ποσοστό των νέων που έφτασε ως την κάλπη προτίμησε τη ΝΔ. Το ίδιο συνέβη και με τους ανέργους. Πώς εξηγείται, λοιπόν, αυτό το φαινόμενο; Γιατί η ΝΔ εμφάνισε τέτοια συσπείρωση; Γιατί δεν αποτυπώθηκαν εκλογικά πολιτικά γεγονότα, όπως αυτό του εγκλήματος στα Τέμπη, οι παρακολουθήσεις, ο μεγάλος αδερφός, η ωμή καταστολή της αστυνομίας, τα δύο χρόνια του καθεστώτος έκτακτης ανάγκης και του εγκλεισμού, η λίστα Πέτσα, τα φαινόμενα βιασμών, παιδοβιασμών και γυναικοκτονιών, όλα αυτά κι άλλα τόσα που είτε άμεσα είτε έμμεσα σχετίζονται με τη δεξιά πολυκατοικία και περισσότερο με τη Νέα Δημοκρατία; Πώς έγινε και ο «σοφός λαός» διάλεξε να τον κυβερνούν ξανά οι δυνάστες του;
Δεν πρέπει να παραγνωρίσουμε το ότι η ΝΔ, και γενικότερα η αστική τάξη, έδωσε όραμα, έπεισε κόσμο. Αυτό δεν συνέβη μόνο σε έναν τομέα. Από τον φράχτη στον Έβρο και την «προστασία μας από τους λαθρομετανάστες», έως τη στρατιωτική θωράκιση της χώρας με «σύγχρονο πολεμικό εξοπλισμό» ενάντια στην «τουρκική επιθετικότητα», κάθε κίνηση του πολιτικού προσωπικού της αστικής τάξης έχτιζε βήμα-βήμα ένα αφήγημα που εξέπεμπε κύρος και αποφασιστικότητα. «Αναβαθμίστηκε» το διεθνές πρόσωπο της χώρας με τον πρωθυπουργό να φωτογραφίζεται με πρωτοκλασάτα στελέχη των ΗΠΑ και ευρωπαίους ομολόγους του για κάθε λογής ζήτημα. Η οικονομία της Ελλάδας αναβαθμίστηκε κατά δύο επενδυτικές βαθμίδες κόντρα στις «γκρίνιες» και τη «μιζέρια» της αντιπολίτευσης. Όσο ο ΣΥΡΙΖΑ διαμαρτυρόταν για την αντιδημοκρατική εκτροπή και τις παρακολουθήσεις, προσπαθώντας να τα παρουσιάσει ασύμβατα με μία «σύγχρονη και δημοκρατική» ευρωπαϊκή χώρα, η ΝΔ απλώς παραδεχόταν κάποια λάθη, ενώ ταυτόχρονα απαντούσε πώς ακριβώς τα σύγχρονα ευρωπαϊκά κράτη είναι αυτά που θέτουν την εθνική υπηρεσία πληροφοριών υπό την άμεση επιτήρηση του αρχηγού του κράτους. Και ξαφνικά, λοιπόν, αντί να γίνει χαμός με αυτά τα σκάνδαλα, αντί «το φως να νικήσει το σκοτάδι», η πολιτική αυτή αναμέτρηση με τις ηθικίστικες επικλήσεις στα ατομικά δικαιώματα και τη δικαιοσύνη έληξε με απόλυτη εκλογική νίκη της κυβέρνησης. Ούτε αυτό αλλά ούτε και τα υπόλοιπα σκάνδαλα ήταν ικανά να αναιρέσουν την επιρροή που τελικά απέκτησε το αφήγημα της ΝΔ .
Ένας κύκλος κλείνει
Πριν περίπου μία δεκαετία, το 2011-12, η ελληνική κοινωνία ήρθε αντιμέτωπη με ένα σοκ. Οι τεράστιες κινητοποιήσεις που ήταν αποτέλεσμα των σκληρών μνημονιακών μέτρων συνέβαλαν, ή ακόμη καλύτερα, αποτύπωσαν τη διάρρηξη των κοινωνικών συμμαχιών που είχε οικοδομήσει η αστική τάξη τα προηγούμενα χρόνια στη βάση του έως τότε κοινωνικού συμβολαίου. Έτσι, λοιπόν, παρουσιάστηκε κρίση πολιτικής εκπροσώπησης σε τέτοιο βαθμό που ακόμα και το πανίσχυρο ΠΑΣΟΚ συνετρίβη, ενώ η ΝΔ δέχτηκε σημαντικό πλήγμα. Αυτό αποτυπώθηκε ως πολιτική κρίση του ελληνικού καπιταλισμού και παροδική δυσκολία της αστικής τάξης στη διακυβέρνηση της χώρας με κορύφωση τον Μάιο-Ιούνιο του 2012. Ήταν τότε που ο ΣΥΡΙΖΑ, πετώντας το σύνθημα της αριστερής κυβέρνησης και σε συνδυασμό με την ανικανότητα του κινήματος των μαζών να επιβάλει τα αιτήματά του στην αστική τάξη διαμέσου του δρόμου, δοκίμασε το χαρτί της κυβερνητικής, από τα πάνω υλοποίησης ενός «φιλολαϊκού προγράμματος» που θα έβαζε φρένο στα μνημόνια. Αν και εκ των υστέρων είναι εύκολες οι εικασίες, πιθανά να στρεφόταν και προς το ΚΚΕ, αν αυτό είχε άλλη πολιτική τακτική άμεσης παρέμβασης στην κεντρική πολιτική σκηνή. Αυτό, όμως, δεν συνέβη, με αποτέλεσμα να εκτιναχθεί εκλογικά αλλά και γενικότερα σε πολιτική επιρροή ο ΣΥΡΙΖΑ, ως αποτέλεσμα στην πραγματικότητα, κοινωνικών διεργασιών και σκληρών ταξικών συγκρούσεων που αναζητούσαν πολιτική διέξοδο και εκπροσώπηση σε κεντρικό επίπεδο. Προφανώς, δεν ήθελε και δεν μπορούσε, άλλωστε, ένα κόμμα σαν τον ΣΥΡΙΖΑ του «win-win» να φέρει εις πέρας μια ταξική σύγκρουση τέτοιας κλίμακας. Σύγκρουσης που, όπως φάνηκε άλλωστε αργότερα, το 2015, δεν περιοριζόταν σε τέσσερα-πέντε σημεία ενός προγράμματος, αλλά μέσω του δημοψηφίσματος έφτασε σε οριακό σημείο. Στο σημείο όπου επίσημα πρωτοκλασάτα ονόματα του πολιτικού προσωπικού της αστικής τάξης, όπως ο Μεϊμαράκης, να προειδοποιούν πως αν το «όχι» δεν μετατραπεί σε «ναι», η αστική τάξη θα αναλάβει τα ηνία της χώρας εντός 48 ωρών. Αυτό το προειδοποιητικό μήνυμα που έδειχνε το τι σημαίνει κινητοποίηση της αστικής τάξης σε μία προεμφυλιακή σύγχρονη εκδοχή ήταν ικανό να επιβάλει την υποταγή τουλάχιστον της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ και να δώσει τέρμα στην περιπέτεια του δημοψηφίσματος και της ταξικής πόλωσης που το συνόδευσε, θέτοντας σε κίνδυνο τη θέση της χώρας στο ευρώ. Κι αυτό, παρά την αντίθετη βούληση της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ για συμβιβασμό.
Η περίοδος μετά το δημοψήφισμα ήταν φτωχή από άποψη ταξικών αγώνων. Με τη σειρά της, η πορεία του ΣΥΡΙΖΑ ακολουθούσε μία όλο και προς τα δεξιά μετατόπιση. Όπως φάνηκε, δεν κατάφερε από τότε το κίνημα να επιτύχει τέτοιο βαθμό ταξικής σύγκρουσης και πόλωσης, ώστε να βάλει αυτό τα διλήμματα στην κεντρική πολιτική σκηνή, αναγκάζοντας τα κόμματα να πάρουν θέση. Το ίδιο ισχύει και για την αριστερά πέραν του ΣΥΡΙΖΑ και όλων τον εκδοχών. Και σιγά-σιγά, η όλο και πιο δεξιά μετατόπιση του εξαρχής ρεφορμιστικού ΣΥΡΙΖΑ, τον φέρνει στο σήμερα να εισπράττει τη χαριστική βολή από το πραγματικό κόμμα της αστικής τάξης.Η κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα που γέννησε την πολιτική εκπροσώπηση του ΣΥΡΙΖΑ, αυτή των αντιμνημονιακών αγώνων αλλά και του ρηχού αντιμνημονιακού προγράμματος με ασαφή ταξικά χαρακτηριστικά (του τύπου της «Ελλάδας που την εκμεταλλεύονται οι κακοί οι Γερμανοί») δεν υπάρχει, πέθανε. Mαζί της αργοσβήνει κι ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ, πνέοντας τα λοίσθια. Δίνει την εκλογική μάχη χωρίς σοβαρή γραμμή άμυνας, προβάλλοντας συνθήματα όπως «δικαιοσύνη παντού», γκρινιάζοντας για το παρακράτος της ΝΔ, ενώ ο ελληνικός καπιταλισμός κλείνει ανεμπόδιστα το ρήγμα που είχε ανοίξει το 2012, βάζοντας ένα τέλος σε αυτόν τον κύκλο κρίσης εκπροσώπησης και πολιτικής αστάθειας.
Άλλωστε, δεν αμφισβητήθηκαν ουσιωδώς συγκεκριμένες κόκκινες γραμμές στην πολιτική της αστικής τάξης τα τελευταία χρόνια. Και αυτό δεν αφορά μόνο τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και τα περισσότερα μεγάλα κόμματα της αριστεράς, όπως και το εξωκοινοβούλιο ακόμα και τα βαθιά Εξάρχεια, φυσικά με διάφορες διαβαθμίσεις και αποχρώσεις. Ας αναφέρουμε λίγα παραδείγματα:
Ο πόλεμος του ΝΑΤΟ ενάντια στη Ρωσία στο πεδίο της Ουκρανίας βαφτίστηκε ως άμυνα απέναντι στη «ρωσική επιθετικότητα». Την ίδια στιγμή που ο μισός πλανήτης των καταπιεσμένων λαών στηρίζει τη Ρωσία, η αριστερά δίνει διαπιστευτήρια στην αστική της τάξη, είτε συμφωνώντας πλήρως μαζί της είτε παλεύοντας γενικώς για «ειρήνη ενάντια σε όλους τους ιμπεριαλιστές». Από κοινές καταγγελίες της ρωσικής εισβολής, έως καταδίκη τόσο του ΝΑΤΟ όσο και της Ρωσίας.
Αλλά και στα εθνικά ζητήματα, η πολιτική της αριστεράς είναι πολιτική ουράς της αστικής τάξης. Ούτε μια στιγμή δεν αμφισβητήθηκε η επιθετικότητα του ελληνικού κράτους, που μαζί με τις πλάτες του ΝΑΤΟ και της Αυτοκρατορίας άνοιξε πανιά για απόλυτη κυριαρχία στο Αιγαίο και εκμετάλλευση της ΑΟΖ, πετώντας έξω την Τουρκία. Και εδώ υπήρχε ομοφωνία σε σχέση με την εθνική κυριαρχία και τα δικαιώματα του ελληνικού κράτους στο Αιγαίο. Οι μόνες διαφωνίες ήταν στο με ποιόν τρόπο θα υλοποιηθεί καλύτερα. Άλλωστε, ο μπαμπούλας του «σουλτάνου Ερντογάν» ήταν αρκετός για να βγάλει την αριστερά από τη δύσκολη θέση και να της δώσει την ευκαιρία να μπει σούμπιτη στο εθνικό τόξο της ομοφωνίας. Φυσικά, πάλι με διάφορες αποχρώσεις, στο τέλος των πολιτικών ανακοινώσεων που έβγαζε η αριστερά δεν έλειπαν οι δηλώσεις περί φιλίας του ελληνικού και του τουρκικού λαού. Στις προηγούμενες όμως παραγράφους του κειμένου, θα έβλεπε κανείς πως στα βασικά σημεία υπήρχε ελάχιστη διαφοροποίηση από τη γραμμή της αστικής τάξης.
Τα δύο χρόνια καθεστώτος έκτακτης ανάγκης, με τον εγκλεισμό, τις απαγορεύσεις και την καταστολή, αλλά και την υποχρεωτικότητα στον εμβολιασμό από το αστικό κράτος (ακόμα και με απολύσεις ανθρώπων) που δήθεν νοιαζόταν για το καλό μας, επίσης βρήκαν το μεγαλύτερο κομμάτι της αριστεράς να κάνει κριτική στα σημεία, συμφωνώντας όμως με την ουσία. Η αντιπολίτευση που έκανε η αριστερά όλων των ειδών περιορίστηκε στο γεγονός ότι όντως το δημόσιο σύστημα υγείας έχει ρημάξει και πως οι διαδηλώσεις καταστέλλονται άγρια από την αστυνομία. Καμία, όμως, εναντίωση στην απαγόρευση της κυκλοφορίας στους δρόμους που είχε επιβάλει η συμμορία των ειδικών και της παρέας του Μητσοτάκη, όπως επίσης και κλείσιμο του ματιού στο πολιορκητικό αφήγημα της κυβέρνησης πως είναι «ψεκασμένοι» όσοι άνθρωποι για τους λόγους τους δεν επιθυμούσαν να εμβολιαστούν (να θυμίσουμε εδώ πως ο ίδιος χαρακτηρισμός «ψεκασμένοι» χρησιμοποιήθηκε και στη συνέχεια από την αστική τάξη για όσους ήταν υπέρ της ήττας του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία, αν και εμπλουτίστηκε και με τον όρο «πουτινάκια»). Μάλιστα, υιοθέτησαν και όλο το αφήγημα της εκπροσώπησης του «ορθού λόγου» από το δημοκρατικό τόξο της κυβερνήσεως. Υποτίθεται πως η γραμμή «θα λογαριαστούμε μετά» θα έφερνε καρπούς. Κάτι δεν πήγε καλά, όμως, απ’ ό,τι φαίνεται. Όλα αυτά, το καθένα με το ειδικό του βάρος, έγραψαν στη διαμόρφωση του ταξικού συσχετισμού. Αλλά δεν ήταν μόνο αυτά. Τι έγινε λοιπόν;
Το νέο κοινωνικό συμβόλαιο
Η αντιπολίτευση της αριστεράς, διαφοροποιήθηκε περιοριζόμενη σε ζητήματα κοινωνικού κράτους, δικαιωμάτων και τα λοιπά. Και όσο η αριστερά περιοριζόταν στο ρόλο αγκιτάτορα οικονομικών και κοινωνικών διεκδικήσεων, και χωρίς στην πραγματικότητα να αγγίζεται η ουσία και τα μεγάλα – σκληρά θέματα, παρά τις διακηρύξεις και κορώνες κατά τόπους, η αστική τάξη με μπροστάρη τη ΝΔ έκανε πολιτική και οικοδομούσε το καινούργιο κοινωνικό συμβόλαιο.
Η αλήθεια είναι πως στη νέα αυτή συνθήκη κατάφερε να βρει χώρο όχι μόνο για τους κλασικούς παλιομοδίτες, κανίβαλους, συντηρητικούς δεξιούς, αλλά και για ένα ακροατήριο περισσότερο μοντέρνο, που να ταιριάζει με τη σύγχρονη πραγματικότητα. Η νέα βεντάλια έχει τα χρώματα του νατοϊκού ουράνιου τόξου, «σεβασμό στη διαφορετικότητα», «ανοχή στις πολλαπλές ταυτότητες» και γενικότερα μία δήθεν «ανοικτότητα» προς όλους. Φυσικά, αυτό το φιλελεύθερο και καλοκάγαθο προσωπείο δεν αφορά όλους. Αφορά τους πρώτους πολίτες αυτής της χώρας. Δεν αφορά τους φτωχούς, τους μετανάστες, τους απόκληρους του κόσμου, τους βρωμοαριστερούς και τους άπλυτους αναρχικούς. Θα είσαι ανεκτός, μόνο στον βαθμό που δεν αμφισβητείς τις κόκκινες γραμμές. Χτίζοντας, λοιπόν, έναν ατομισμό απολύτως ταιριαστό με το νεοφιλελεύθερο πρότυπο δημιούργησε και εκπροσώπησε έναν μικροαστικό και υπεροπτικό-ατομικιστικό δικαιωματισμό. Αυτός ο δικαιωματισμός, ως ταυτότητα τόσο στην πολιτική όσο και ως κοσμοαντίληψη, είναι χαρακτηριστικό των πολιτών του πρώτου κόσμου, εντός των συνόρων της Αυτοκρατορίας. Το άτομο και τα ιερά του δικαιώματα να ‘ναι καλά κι ας γκρεμίζεται ο κόσμος γύρω του. Μέσα από την ατομιστική και στενή οπτική του πρέπει να βλέπουν τον κόσμο και να δρουν εντός αυτού οι πάντες. Αλλιώς, ο ειρηνιστής δικαιωματιστής μας είναι έτοιμος να δείξει τα σκληρά πολεμικά του δόντια στους εχθρούς των αφεντικών του, στους εχθρούς της Αυτοκρατορίας. Έτσι, λοιπόν, και στην Ελλάδα, ο μικροαστικός φιλελευθερισμός βρήκε τη θέση του εντός του ίδιου κοινωνικού συμβολαίου, συμπληρώνοντας τον κλασικό συντηρητικό κανιβαλισμό, ως η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος. Ο εθνικός κορμός χτίζεται με σύγχρονους όρους. Το νέο κοινωνικό συμβόλαιο δεν σταματά εδώ. Η διάλυση του κοινωνικού κράτους αντικαθίσταται από φιλανθρωπίες ευαίσθητων προσώπων, από pass όλων των ειδών, από μη κυβερνητικές οργανώσεις που θα προσφέρουν «μία χείρα βοηθείας» στον αδύναμο. Η πραγματική κοινωνική αλληλεγγύη δεν θα γίνεται με ταξικούς και πολιτικούς όρους. Θα διαμεσολαβείται από κάθε λογής μονοθεματικές μη κυβερνητικές οργανώσεις που θα κατέχουν την απόλυτη αλήθεια και θα μονοπωλούν την «αλληλεγγύη», θέτοντας ύπουλα την πολιτική ατζέντα και λειτουργώντας ως ιμάντας μεταβίβασης της γραμμής της αστικής τάξης και του ιμπεριαλισμού. Όσο η Greek mafia κάνει κουμάντο όταν πέφτει ο ήλιος και αποτελειώνοντας τις δουλειές που δεν μπορούν να φανούν την μέρα, ο ελληνικός τουρισμός ανθεί, παρασιτώντας πάνω στις πλάτες όχι μόνο ελλήνων, αλλά και ξένων εργατών χωρίς δικαιώματα. Οι εκατοντάδες μικρές επιχειρήσεις των νοικοκυραίων του ελληνικού εταίρου της Αυτοκρατορίας κάνουν χρυσές δουλειές. Όλα αυτά, φυσικά, με τις πλάτες και τα δίκτυα της Αυτοκρατορίας. Οι αυξημένες τιμές των ενοικίων για κάποιους είναι μαχαίρι στον λαιμό και για κάποιους άλλους business. Οι απ’ άκρη σ’ άκρη νατοϊκές βάσεις, όχι μόνο θωρακίζουν τη χώρα απέναντι στους εχθρούς της και τους εχθρούς της Αυτοκρατορίας, βεβαίως, αλλά και γεμίζουν χρήμα τις τοπικές οικονομίες. Από τη μία η εθνική-νατοϊκή ασφάλεια και από την άλλη η οικονομική ανάπτυξη. Το success story του «Ελληνικού» κι άλλων επενδυτικών «θαυμάτων» υφαίνει τις φαντασιώσεις (και σε ένα βαθμό τις κάνει και πράξη) του κάθε νοικοκυραίου και μέλους του «συμπεριληπτικού» καινούργιου κοινωνικού συμβολαίου. Σαν κάτι που βγήκε από τη δεκαετία του 1950, με τις αντιπαροχές και τα μετεμφυλιακά δίκτυα εκπροσώπησης, οι κοινωνικές συμμαχίες της αστικής τάξης μέσω της δεξιάς πολυκατοικίας χτίζονται σιγά-σιγά, ενώ διάφορες κλασικές εκπροσωπήσεις, όπως για παράδειγμα αυτές των εργατοπατέρων της Δ.Α.Κ.Ε. ή της Δ.Α.Π. στα πανεπιστήμια, φαντάζουν σ’ έναν βαθμό παρωχημένες και ενδεχομένως αφήνονται σε δεύτερη μοίρα. Τα λεφτά που μοιράστηκαν την περίοδο του κορωνοϊού είναι ένα συμπληρωματικό κομμάτι της μεγάλης εικόνας, που μιλώντας για τάξη μεγέθους των δισεκατομμυρίων ευρώ, σπρώχτηκαν σε μεγάλους καπιταλιστές, αλλά και σε μικρότερες επιχειρήσεις. Όλοι αυτοί είδαν τη διετία του καθεστώτος έκτακτης ανάγκης να γεμίζει την τσέπη και την καρδιά τους με ευφορία. Αλλά φυσικά και το μεγάλο φαγοπότι μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, το οποίο μοιράζοντας χρήμα και αναθέτοντας απευθείας δουλειές σε μεγάλους καπιταλιστές, αλλά και μικρότερες επιχειρήσεις, καταφέρνει να σφυρηλατεί ένα ετερόκλητο, αλλά μάλλον αμετακίνητο μπλοκ υποστηρικτών της ΝΔ.
Όλα αυτά τα κοράκια έχουν απόλυτη συνείδηση για τις επιλογές τους, ενώ ακολουθώντας πιστά τα ταξικά τους συμφέροντα, δεν τους καίγεται καρφί για τα υπόλοιπα σκάνδαλα της κυβέρνησης που στηρίζουν, για την καταστολή, τα Τέμπη, τις παρακολουθήσεις, την αστυνομία στα πανεπιστήμια και τα λιγοστά χρήματα των φτωχών ανθρώπων που δεν μπορούν να βγάλουν τον μήνα. Γι’ αυτό και είναι αποφασισμένοι να περιφρουρήσουν αυτήν την καλοπληρωμένη θέση τους στο νέο κοινωνικό συμβόλαιο απέναντι σε οποιαδήποτε αποσταθεροποιητική απειλή. Επομένως, δεν μιλάμε απλώς για πέντε μεγάλες οικογένειες φίλων του Μητσοτάκη που έχουν πέσει πάνω στο δημόσιο χρήμα και το κατασπαταλούν. Μιλάμε για ένα πολύ πλατύτερο κοινωνικό κομμάτι, τόσο καπιταλιστών όσο και μικροαστών-επιχειρηματιών που βλέπουν το υλικό τους συμφέρουν να εκπροσωπείται επάξια από τις ακρίδες της ΝΔ. Όλα αυτά τα σκουλήκια προφανώς και εκβιάζουν και έναν μεγάλο αριθμό εργαζομένων, οι οποίοι δουλεύουν στις επιχειρήσεις τους και φοβούνται μη χάσουν τη δουλειά τους, να ψηφίσουν «υπεύθυνα», αλλιώς…
Πώς, λοιπόν, να έχουν αποτέλεσμα οι ατέρμονες προσπάθειες του ΣΥΡΙΖΑ για προσεταιρισμό της λεγόμενης «μεσαίας τάξης»; Οι μικροαστοί, στο μεγαλύτερο κομμάτι του φάσματος που σχηματίζουν, δεν είχαν κάποιο λόγο να στραφούν προς τον ΣΥΡΙΖΑ. Η τσέπη τους έδειχνε αλλού. Και όσο το κυνήγι του ΣΥΡΙΖΑ προς τους μικροαστούς συνεχιζόταν, τόσο σιγά-σιγά απομακρύνονταν από αυτόν κομμάτια της εργατικής τάξης που τον είχαν στηρίξει στις εκλογές του 2019 και του 2015, με αποτέλεσμα ένα μέρος τους να απέχει από τις τελευταίες εκλογές.
Τι είναι αυτό το 52,11%;
Αντίθετα, τα υλικά οφέλη ήταν αυτά που κινητοποίησαν αποτελεσματικά το σκληροπυρηνικό κομμάτι των 2.400.000 περίπου ψηφοφόρων της ΝΔ να φτάσουν στην κάλπη, για να στηρίξουν τη θεσούλα τους. Και ένα ακόμα κομμάτι 600.000 είναι αυτό που προστίθεται, για να συντεθεί το σύνολο της δεξιάς πολυκατοικίας με όλες τις παραφυάδες της και να αγγίξει τα 3.000.000 ψηφοφόρων. Αυτοί είναι, λοιπόν.
Τρία εκατομμύρια ιδιώτες, που λόγω των πολύμορφων διασυνδέσεων με την αστική τάξη και το κράτος της έχουν κάθε λόγο να πανηγυρίζουν για το αποτέλεσμα των εκλογών. Δεν είναι πάντα ίδια η δυνατότητα της αστικής τάξης να δημιουργεί το δικό της κοινωνικό μπλοκ, τις δικές τις κοινωνικές συμμαχίες και πολιτικές εκπροσωπήσεις. Κάποιες φορές προκύπτουν προβλήματα, όπως για παράδειγμα το 2012. Όμως, τώρα αποκαταστάθηκε -έστω και προσωρινά- η βλάβη στο μοτέρ του ελληνικού καπιταλισμού.
Απέναντί μας έχει διαμορφωθεί ένα κομμάτι της κοινωνίας που συνειδητά στέκεται κάτω από τις προστατευτικές φτερούγες της αστικής τάξης και είναι διατεθειμένο να πατήσει πάνω στα πτώματα του υπόλοιπου κομματιού της κοινωνίας, για να σώσει το τομάρι του. Δεν έχει νόημα και ούτε πολιτικά είναι εφικτό να προσπαθεί η οποιαδήποτε αριστερά να μετατοπίσει αυτό το κομμάτι. Άλλωστε, συνειδητά γυρίζουν την πλάτη τους σε όλες τις εκδοχές της αριστεράς. Με όλες τις αποχρώσεις και διαβαθμίσεις που μπορεί να έχει αυτό το κοινωνικό σώμα, από τις πιο σκληροπυρηνικές έως και τις πιο μετριοπαθείς, το πολιτικό προϊόν που παράγεται είναι σε γενικές γραμμές ίδιο. Αποτελούν το αντίπαλο ταξικό και πολιτικό στρατόπεδο. Το γεγονός ότι υπάρχουν και προλετάριοι μεταξύ τους, δεν αλλάζει την πολιτική κατεύθυνση αυτού του μπλοκ. Ακόμα και στις πιο οξυμένες μορφές της ταξικής πάλης, που είναι αυτές του εμφυλίου πολέμου, ένα τμήμα των φτωχών, των εργατών, παλεύουν μέσα από τις γραμμές του πολιτικού και κοινωνικού στρατοπέδου της αστικής τάξης. Όποιος αρνείται να αναγνωρίσει αυτή την πραγματικότητα, το μόνο που καταφέρνει είναι να επιτρέπει στην αστική τάξη να κερδίζει συνεχώς έδαφος. Όσο περισσότερο χρόνο χάνει η αριστερά προσπαθώντας να πείσει τους συνειδητούς ακόλουθους του ταξικού εχθρού της ή όσο σκύβει με σεβασμό πάνω στο εκλογικό αποτέλεσμα, τόσο αποσυσπειρώνει τις γραμμές της και σπέρνει την αμφισβήτηση, την απογοήτευση και τη διάλυση στο δικό της στρατόπεδο. Η ΝΔ έχει αποφασίσει, με όπλο την συντριπτική εκλογική της νίκη, να εξαπολύσει αμείλικτη επίθεση στους ταξικούς της εχθρούς. Αυτό έχει γίνει ξεκάθαρο με πολλούς τρόπους τόσο την τετραετία που κυβέρνησε όσο και με αυτά που σχεδιάζει να υλοποιήσει. Διάφοροι λαγοί της ΝΔ, με χαρακτηριστικό τον Άδωνη, προετοιμάζουν το έδαφος για τον στόχο της συνταγματικής αναθεώρησης. Τόσο από άποψη οικονομική, όσο και από άποψη πολιτική, η νίκη που θα καταφέρουν -αν τους βγει- δεν θα είναι «μία από τα ίδια». Ας αναλογιστούμε την τετραετία που μας πέρασε για να πάρουμε μόνο ένα μικρό δείγμα του τι ακολουθεί. Τίποτα όμως δεν είναι σίγουρο. Η έκβαση μιας οποιασδήποτε ταξικής αντιπαράθεσης δεν είναι προδιαγεγραμμένη, ακόμα και όταν ο συσχετισμός είναι πράγματι απογοητευτικός. Εκτός από αυτό το μαύρο 52%, υπάρχει και ένα κομμάτι της κοινωνίας που με διάφορους τρόπους και με αντιφάσεις στο εσωτερικό του, κοιτάει προς τα αριστερά. Μπορεί να κοιτάει προς τη σοσιαλδημοκρατική αριστερά, τη ρεφορμιστική αριστερά, τη λεγόμενη επαναστατική αριστερά και ούτω καθεξής. Αυτός είναι ο δικός μας κόσμος. Αυτός είναι ο ανθός της ελληνικής κοινωνίας, πάνω στον οποίον πρέπει να επενδύσει κανείς. Αντί να κοιτάμε απογοητευμένοι τον αντίπαλο, ας ασχοληθούμε με τους δικούς μας ανθρώπους. Δεν είναι καθόλου λίγοι. Μέσα σε αυτά τα 2 εκατομμύρια ζει κι αναπνέει το δικό μας κοινωνικό και πολιτικό υλικό, πάνω στο οποίο θα πρέπει να χαραχτεί η γραμμή ταξικής άμυνας απέναντι στην επίθεση της ΝΔ και των ακόλουθών της.
Από πότε οι εκλογές αποτελούν το ιερό και όσιο του συσχετισμού δυνάμεων; Φυσικά αποτυπώνουν με έναν τρόπο τον υπάρχοντα ταξικό συσχετισμό και σε έναν βαθμό τον διαμορφώνουν κιόλας. Όμως μέχρι εκεί. Κανένα εκλογικό αποτέλεσμα δεν είναι ιερό. Καμία ανοχή στην επερχόμενη κοινοβουλευτική χούντα. Πρέπει να σχεδιαστεί συντεταγμένη άμυνα. Καμιά σπιθαμή εδάφους να μην αφεθεί στη μοίρα της. Καμιά «φασιστικοποίηση» της κοινωνίας δεν έχει συντελεστεί. Απλώς, το νέο κοινωνικό συμβόλαιο έχει αποκτήσει σάρκα και οστά στην κοινωνία. Η αστική τάξη θωράκισε την αυλή της. Και λοιπόν; Γιατί το υπόλοιπο κομμάτι της κοινωνίας θα πρέπει να υποταχτεί σ’ αυτόν τον κανιβαλισμό; Ποιός πολιτικός και κοινωνικός νόμος το γράφει αυτό; Βεβαίως, για την αριστερά όλων των εκδοχών της αστικής νομιμότητας, η επαναστατική πολιτική αντικαθίσταται είτε από φανταχτερές επαναστατικές φράσεις, στη μία περίπτωση, είτε από κάποιον «συντονισμό των δημοκρατικών δυνάμεων του τόπου», στην άλλη. Στην πράξη, όμως, αυτό που συμβαίνει είναι η υποταγή στον εκλογικό συσχετισμό. Και αυτό, φυσικά, διαχέει απογοήτευση και αποστράτευση. Η αδιέξοδη αυτή τακτική δεν μπορεί να κρυφτεί πίσω από ρηχούς πανηγυρισμούς από διάφορες δυνάμεις της αριστεράς για την όποια εκλογική τους άνοδο, παρότι φυσικά αυτή αποτελεί ευχάριστο γεγονός. Γεγονός, όμως, είναι και η αποτύπωση του συσχετισμού στη μεγάλη του εικόνα. Και είναι πολύ παλιά, ήδη από τη δεκαετία του ’30 στη Γερμανία, η χρεοκωπημένη άποψη ότι μετά την ήττα της σοσιαλδημοκρατίας, ανοίγει ο δρόμος στις επαναστατικές δυνάμεις. Αυτή η δήθεν βαθυστόχαστη ανάλυση θα στραπατσαριστεί από την ίδια την πραγματικότητα για μία ακόμη φορά. Η συντριβή μιας ρεφορμιστικής ή σοσιαλδημοκρατικής πολιτικής από την αστική τάξη δεν περιορίζεται μόνο στη συγκεκριμένη τάδε ή δείνα ηγεσία, κόμμα κ.τ.λ., αλλά αφορά το σύνολο του ταξικού στρατοπέδου που μπορεί να κοιτάζει γενικά προς την αριστερά. Μετά από μία πολιτική ήττα, όλα τα είδη της αριστεράς, ακόμα κι αυτή που μιλάει στο όνομα της επανάστασης, θα βρεθούν να κάνουν πολιτική χωρίς κοινωνικό έδαφος. Και η ήττα δεν θα αργήσει να χτυπήσει και τη δική τους πόρτα. Ούτε και ο άλλος γνωστός μύθος της αριστεράς, αλλά και της αναρχίας, ισχύει, σύμφωνα με τον οποίο «ο λαός είναι πιο μπροστά από τις ηγεσίες του». Αυτό το παιδικό σχήμα δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Δεν κάνει τίποτε άλλο από το να αναφέρεται σε έναν φανταστικό λαό, που ως «γνήσιο υποκείμενο», έχει εξ ορισμού υψηλότερο επίπεδο πολιτικής συγκρότησης από τις ηγεσίες του, οι οποίες είναι ξεπουλημένες. Αντίθετα, συνήθως, δεν υπάρχει μεγάλη απόσταση από το επίπεδο πολιτικής συγκρότησης μιας βάσης και μιας ηγεσίας. Αυτό δεν σημαίνει, φυσικά, ταύτιση της ηγεσίας με τη βάση. Αν ο λαός, οι εργάτες ή όπως προτιμάει ο καθένας να βλέπει το «κοινωνικό υποκείμενο», ήταν σε αυτή τη φάση πολιτικής και οργανωτικής συγκρότησης «πιο μπροστά από τις ηγεσίες του», δηλαδή από την αριστερά όλων των ειδών, αυτό θα αποτυπωνόταν και σε αγώνες. Αυτό, δυστυχώς, δεν συμβαίνει. Τα υπόλοιπα είναι απλώς όμορφα παραμύθια.
Ο δρόμος είναι μόνο ένας. Να οργανώσουμε πολιτική ανυπακοή και ταξική άμυνα στη δεξιά, το παρακράτος, τους μαφιόζους και τους αυλικούς τους.